Παραγωγή ρημάτων
1. από ονόματα:
- άω πεῖνα > πεινάω - ῶ
- έω φθόνος > φθονέω - ῶ
- όω ἐλεύθερος > ἐλευθερόω - ῶ
- εύω κίνδυνος > κινδυνεύω
- ττω φύλαξ > φυλάττω
- άζω δίκη > δικάζω
- ίζω ἐλπίς > ἐλπίζω
- αίνω δυσχερής > δυσχεραίνω
- ύνω λαμπρός > λαμπρύνω
- αίρω χαρά > χαίρω
- λω ἂγγελος > ἀγγέλλω
2. από άλλα ρήματα:
- σκω (για πράξη που αρχίζει να γίνεται) γηράω (=γερνώ) > γηράσκω (= αρχίζω να γερνώ)
- άζω (για πράξη που γίνεται συχνά ή έντονα) στένω > στενάζω (= στενάζω συχνά)
- ιάω (για να δηλώσει επιθυμία ή τάση για κάτι) κλαίω > κλαυσιάω
3. από επιρρήματα:
- άζω δίχα (= σε δύο μέρη) > διχάζω
- ίζω ἐγγύς (= κοντά) > ἐγγίζω (= φέρνω κοντά)
4. από επιφωνήματα:
- ώζω οἴμοι (= αλίμονο) > οἰμώζω (= θρηνώ)